Κράτος τζογαδόρος: εισπράττει μισό ΕΝΦΙΑ σήμερα, πληρώνει αύριο

 


Κράτος τζογαδόρος: εισπράττει μισό ΕΝΦΙΑ σήμερα, πληρώνει αύριο

Το 2024 ο τζόγος έγινε μία από τις πιο αποδοτικές «μηχανές μετρητών» για τον κρατικό προϋπολογισμό. Η ίδια η ΕΕΕΠ (η ρυθμιστική αρχή) γράφει στην ετήσια έκθεσή της ότι τα έσοδα που κατέληξαν στον προϋπολογισμό ξεπέρασαν για πρώτη φορά το €1 δισ. ακόμη κι αν δεν υπολογίσουμε φόρους εισοδήματος και άλλα έσοδα. Στο αναλυτικό σκέλος της έκθεσης, τα συνολικά έσοδα του Δημοσίου από τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων (δικαιώματα/τέλη, συμμετοχή στο GGR, φόρος κερδών παικτών κ.ά.) αποτυπώνονται στα €1.050.591.538 (+16% σε σχέση με το 2023), ενώ τα ακαθάριστα έσοδα της αγοράς (GGR) ανήλθαν σε ~€2,879 δισ.. Με απλά λόγια: μιλάμε για βιομηχανία πρώτης γραμμής, όχι για «ψιλά». 

Για να καταλάβουμε το μέγεθος, αρκεί μια σύγκριση: ο συνολικός ΕΝΦΙΑ του 2024 που βεβαιώθηκε στους φορολογούμενους ήταν περίπου €2,286 δισ.. Άρα, τα έσοδα από τυχερά παίγνια αντιστοιχούν περίπου στον μισό ΕΝΦΙΑ. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που το κράτος βλέπει αυτά τα έσοδα ως «σίγουρη ροή». Το πρόβλημα; Όταν εξαρτιέσαι δημοσιονομικά από μια δραστηριότητα με υψηλό κοινωνικό κόστος, τείνεις να κλείνεις το μάτι στις πρακτικές που τη φουσκώνουν. 

Και οι πρακτικές αυτές είναι συχνά θηρευτικές (predatory): επιθετικές προωθήσεις και «μπόνους επαναδραστηριοποίησης», VIP σχήματα για «παίκτες υψηλής αξίας», σχεδιασμός προϊόντων που αυξάνει τη συχνότητα/ταχύτητα παιχνιδιού (π.χ. γρήγορα «σπιν»), διαρκείς ειδοποιήσεις/προσωποποιημένο μάρκετινγκ. Η Lancet Public Health Commission (2024) χαρακτηρίζει τον τζόγο ζήτημα δημόσιας υγείας και επισημαίνει ότι οι βλάβες ξεπερνούν κατά πολύ όσους μπαίνουν τυπικά στη διάγνωση «διαταραχή τζόγου»—χτυπούν οικογένειες, εργασία, χρέος, ψυχική υγεία. Ο ΠΟΥ τονίζει ότι παιχνίδια όπως οι ηλεκτρονικές μηχανές και τα διαδικτυακά καζίνο συνδέονται με τον υψηλότερο κίνδυνο. 

Αυτές οι βλάβες κοστίζουν ακριβά. Η επίσημη ανασκόπηση της Public Health England (ανανεωμένη το 2023 από το OHID) υπολόγισε το ετήσιο κοινωνικοοικονομικό κόστος των βλαβών από τον τζόγο στην Αγγλία στο £1,05–1,77 δισ., με μεγάλο μέρος να βαραίνει άμεσα το κράτος (υγεία, πρόνοια, δικαιοσύνη). Παράλληλα, το NHS διπλασίασε μέσα σε έναν χρόνο τα εξειδικευμένα κέντρα θεραπείας λόγω εκτόξευσης των περιστατικών—ένδειξη ότι το πρόβλημα τρέχει πιο γρήγορα από την πολιτική. 

Εδώ βρίσκεται το παράδοξο: κάθε επιπλέον ευρώ που μπαίνει σήμερα στον προϋπολογισμό από την επέκταση της αγοράς, μπορεί να μεταφράζεται σε πολλαπλάσια μελλοντικά έξοδα—ιατρικά, ψυχοκοινωνικά, δικαστικά. Αν δεν μετράς αυτό το «κρυφό υπόλοιπο», τα έσοδα μοιάζουν δανεικά. Κι όσο η αγορά γκαζώνει, το πρόβλημα κινδυνεύει να γίνει ενδημικό: περισσότερα χρέη και πτωχεύσεις νοικοκυριών, ένταση ενδοοικογενειακής βίας, διάρρηξη δεσμών και πίεση σε συστήματα υγείας/πρόνοιας—εικόνα που έχει ήδη περιγραφεί σε διεθνείς μελέτες και δημόσιες υπηρεσίες. 

Τι σημαίνει αυτό σε πολιτικό επίπεδο; Ότι το δημοσιονομικό κίνητρο (τα >€1 δισ.) δεν πρέπει να καθορίζει μόνο του την πολιτική. Η ίδια η ΕΕΕΠ, στην έκθεσή της, επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης της προστασίας και τονίζει πως η αύξηση των κρατικών εσόδων τρέχει ταχύτερα από την αύξηση της αγοράς—κάτι «καταρχήν θετικό», αλλά και αιτία προβληματισμού. Μια σοβαρή στρατηγική οφείλει να βάζει κόφτες στις θηρευτικές πρακτικές: διαφάνεια και όρια στα μπόνους, ουσιαστικά προεπιλεγμένα όρια απώλειας/ταχύτητας, αξιολόγηση κινδύνου προϊόντων από ανεξάρτητους φορείς, αυστηρούς κανόνες εμπορικής επικοινωνίας, και εποπτεία που δεν εξαρτάται από τα έσοδα που παράγει. 

Συμπέρασμα: Τα σημερινά έσοδα από τον τζόγο δεν είναι «φθηνά φορολογικά ευρώ». Είναι ρίσκο μεταμφιεσμένο σε έσοδο. Αν το κράτος σπείρει μια αγορά που αναπτύσσεται πάνω σε θηρευτικές πρακτικές, θα θερίσει σε λίγα χρόνια ένα κοινωνικό πρόβλημα που δεν θα μαζεύεται. Η σωστή ερώτηση δεν είναι «πόσα μπήκαν φέτος;», αλλά «πόσα θα πληρώσουμε αύριο;»—και αυτό απαιτεί πολιτική δημόσιας υγείας, όχι απλώς δημοσιονομικά δελτία. 

 Αν εσύ ή κάποιος δικός σου δυσκολεύεται με τον τζόγο, ζήτα βοήθεια. Η πρόληψη και η υποστήριξη δουλεύουν—αρκεί να υπάρχει πρόσβαση και ενημέρωση.